Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2010

Περί Βρεφών και Νηπίων




Σκέψεις περί της ανατροφής Βρεφών και Νηπίων 

Μέρος Α' – Η Διδακτική Αναλογία: 
Εκείνο που πρέπει εξ αρχής να γίνει κατανοητό από τους ανατρέφοντες βρέφη αρχικά και νήπια στη συνέχεια, είναι ότι πρόκειται για διαφορετικές μορφές ζωής, που ελάχιστη ομοιότητα παρουσιάζουν με το ανθρώπινο είδος. 
Είναι γνωστό, ότι κατά τα πέντε πρώτα χρόνια της ζωής ενός παιδιού, επαναλαμβάνεται ολόκληρη η εξελικτική πορεία του είδους' και μόνον μετά την ηλικία αυτή μπορούμε να μιλάμε για ένα πλήρως ανθρώπινο πλάσμα. 
Έως τότε, τα νεογνά είναι επελαύνοντες βάρβαροι εισβολείς και σαν τέτοιοι πρέπει να αντιμετωπίζονται. Η ιστορική εμπειρία προσφέρει αποκρυσταλλωμένες γνώσεις για την σχετική κατάσταση. Κατά τις εισβολές βαρβάρων στις οργανωμένες πολιτισμένες κοινωνίες, τρία είναι συνήθως τα πιθανά αποτελέσματα τους: 
1. Η Καταστροφή της Πολιτείας: Στην περίπτωση αυτή, οι εισβολείς συντρίβουν τις άμυνες του πλέον πολιτισμένου και συγκροτημένου εχθρού τους είτε επειδή τον αιφνιδίασαν και τον βρήκαν ανέτοιμο είτε επειδή είχαν ήδη διαλυθεί λόγω εσωτερικής φθοράς. 
Εάν η Πολιτεία ηττηθεί, πάλι υπάρχουν τρεις εκδοχές: 
Οι βάρβαροι, μπορούν να αρκεσθούν να την λεηλατήσουν και να αποχωρήσουν με τα λάφυρα. Είναι περισσότερο από βέβαιο, ότι θα τους ανοίξει η όρεξη από το εύκολο κέρδος και θα επαναλαμβάνουν πλέον τακτικά τις αφαιμακτικές τους “επισκέψεις” έως ότου είτε η Πολιτεία θα καταρρεύσει είτε οι ίδιοι θα διαφθαρούν και θα αυτοκαταστραφούν από τον μη παραγωγικό πλούτο τους. Ή πάλι, μπορούν να εγκατασταθούν μόνιμα στα εδάφη του κατισχυμένου αντίπαλου, επιβάλλοντας την δική τους εξουσία με όποια μορφή τους βολεύει καλύτερα. 
2. Η Υποταγή των Επιδρομέων: Εάν η Πολιτεία που δέχεται την εισβολή διαθέτει επαρκή ζωτικότητα και ακόμη περισσότερο εάν διατηρεί την ανάμνηση της αγριότητας με την δυναμική της οποίας είχε συγκροτηθεί η ίδια, μπορεί να συγκεντρώσει τις δυνάμεις της και να υπερισχύσει. 
Στη περίπτωση αυτή, μπορούν πάλι να διακριθούν τρεις βασικές υποπεριπτώσεις: 
Είναι δυνατόν η ήττα των βαρβάρων να είναι μερική και να μην υπάρχει είτε η δύναμη είτε η θέληση για την πλήρη εκδίωξη ή καταστροφή τους. Αυτό θα συνεπιφέρει διαιώνιση της σύγκρουσης, με κατά περιόδους εξεγέρσεις και μόνιμη αναταραχή. Αντιθέτως, είναι δυνατόν η ήττα τους να είναι απολύτως συντριπτική και να οδηγήσει στην πλήρη εξάλειψή τους. Τέλος, υπάρχει η περίπτωση να είναι η ήττα συντριπτική αλλά όχι εξοντωτική. Αυτό συνήθως συνεπιφέρει μεταβολή του φυλετικού ψυχισμού και καθιστά τους ηττημένους κατάλληλους μόνον για δούλους. Επομένως αποτελούν πλέον έναν ανασταλτικό παράγοντα στην σύνολη κοινωνία, που την καθιστά ασθενή. 
3. Η Αφομοίωση των Βαρβάρων: Η εκδοχή αυτή είναι εκείνη που παρουσιάζει την μικρότερη ιστορική συχνότητα και ενέχει την λιγότερη πιθανότητα υλοποίησης. Απαιτείται η προΰπαρξη αρκετών παραγόντων που να την καθιστούν εφικτή. Θα πρέπει η απειλούμενη Πολιτεία να βρίσκεται σε μια φάση καλής εσωτερικής υγείας με άξια ηγεσία, ικανό διοικητικό μηχανισμό και μικρές κοινωνικές εντάσεις και αμφισβητήσεις. 
Επίσης χρειάζεται οι επιτιθέμενοι βάρβαροι να έχουν οι ίδιοι ένα επαρκές διανοητικό καταπίστευμα, μια ήδη συσσωρευμένη εξέλιξη των νοητικών τους εργαλείων, ώστε να διαθέτουν δυνατότητες κατανόησης. 
Σε αυτήν την περίπτωση, όταν η Πολιτεία διαθέτει επαρκή αυτοπεποίθηση, ισχύ και κύρος, μπορεί να σταματήσει τους επελαύνοντες επιδρομείς με την επίδειξη αυτών των ιδιοτήτων της. Και αντί να τους υποτάξει να τους ενσωματώσει, αντί να τους νικήσει να τους καταστήσει συμμετόχους της, αντί να τους δουλώσει να τους αφομοιώσει. Και το κέρδος των πολιτισμένων κοινωνιών οσάκις υπήρξε αυτή η εξέλιξη, υπήρξε πάντοτε μέγα. Ανανέωση του γενετικού και πληθυσμιακού δυναμικού τους, εισαγωγή νέων προκλήσεων αναγκαίων για την διατήρηση του κοινωνικού μυϊκού και νευρικού συστήματος σε υγιή και σφριγηλή κατάσταση, παραγωγή νέων ιδεών για την αποφυγή της τελμάτωσης που προκαλεί συνήθως η επιτυχία... 
Αυτή η τρίτη εκδοχή με απασχολεί λοιπόν, προκειμένου να εκφράσω κάποιες σκέψεις για την ενσωμάτωση των επιτιθεμένων βρεφών και νηπίων, για την διδαχή τους προκειμένου χωρίς να υποταγούν, χωρίς να καταστραφεί το πνεύμα τους, να καταστούν συμμέτοχοι της ζωής των γονέων και να πάρουν όλα τα αναγκαία εφόδια για να ζήσουν την δική τους ζωή. 

Μέρος Β' – Η Εφαρμοστέα Πρακτική: 
Έχοντας υπ' όψιν τις ανωτέρω αναλογίες κάποια πράγματα θα πρέπει από την πρώϊμη βρεφική φάση να εντυπωθούν στα άγρια μικρά ζώα που κάνουν τα πρώτα τους μπουσουλήματα στην κοινωνικότητα. 
Το πρώτο, είναι η αδιαμφισβήτητη επικυριαρχία της Μητέρας στο περιβάλλον τους. Θα υπάρξουν σίγουρα γιαγιάδες, παπούδες, θείοι, θείες και Λοιπές Δημοκρατικές Δυνάμεις, που θα θελήσουν να κερδίσουν την αγάπη τους με το χάδι, το δώρο, την παρέμβαση και το κακομάθαιμα. Τίποτε από αυτά δεν είναι κατ' ανάγκη κακό. Αρκεί να καταστεί σαφές σε όλους αυτούς τους παράγοντες πιο είναι το όριο μέχρι το οποίο μπορούν να φτάσουν' και ότι η δεύτερη παράβασή του προκαλεί άμεσα εκτελεστές ποινές. Αυτό θα καταδείξει στα ίδια τα μικρά θηρία ότι μόνον μια Πηγή υπάρχει που παράγει την Απόλαυση ή την Οδύνη, ότι μόνον ένας Κριτής υπάρχει περί του Δικαίου και του Αδίκου' και αυτός είναι η Μητέρα. 
Ο Πατέρας κατά τα πρώτα τέσσερα χρόνια της ζωής πρέπει να είναι μια φιγούρα γνωστή μεν αλλά απόμακρη. Όχι ξένη, ούτε επίφοβη, αλλά σταδιακά και προσεκτικά ανακαλύψημη. Θα πρέπει η παρουσία του να εισάγεται σταδιακά, χωρίς να μπερδεύει την συνείδηση του παιδιού και κυρίως χωρίς να δημιουργήται η αίσθηση της διαρχίας, την δυνατότητα που αναπτύσσουν συνήθως τα παιδιά να “παίζουν” τον ένα γονέα εναντίον του άλλου για να γίνεται τελικά το δικό τους. Θα πρέπει να τους γίνει σαφές ότι Κυβερνήτης είναι η Μητέρα' ο δε Πατέρας η Ιδέα που καθιστά δυνατή την ύπαρξη του Κυβερνήτη. Και επομένως δεν υπάρχει καμία δυνατότητα διάσπασης της Ιδέας από την Υλική της έκφραση. 
Σε αυτή την πρώϊμη φάση επίσης, πρέπει να ξεκαθαριστεί οριστικά το θέμα του Θέλω και των σχετικών μικρών εκβιασμών που καταλήγουν σε επόμενα στάδια σε μεγάλους. Το νυκτερινό κλάμα, πρέπει να γίνεται άμεσο αντικείμενο εξέτασης μήπως υπάρχει κάποιο πρόβλημα, αλλά ποτέ να μην συνεπιφέρει αγκαλιά, κούνημα ή βόλτες πάνω – κάτω. Αρκετά σύντομα τα βρέφη μαθαίνουν ότι δεν κερδίζουν τίποτε κλαίγοντας' και το κλάμα βρίσκει την φυσική του λειτουργία, ήτοι την παροχή ένδειξης ότι πράγματι κάποιο πρόβλημα υπάρχει. 
Το φαγητό πρέπει να παρέχεται σε απολύτως συγκεκριμένες ώρες, ποσότητες και είδος. Σε καμιά περίπτωση η απαίτηση του βρέφους για τάϊσμα δεν πρέπει να γίνεται δεκτή έξω από αυτό το πλαίσιο, αλλά ούτε και ο γονέας επιτρέπεται να το παραβιάζει. Το ίδιο ακριβώς πρέπει σε επόμενα στάδια να τηρείται με τις λιχουδιές, τα παιχνίδια και τα ρούχα. Κάθε προσφορά τρίτου προσώπου πρέπει να περνά από την άδεια και την έγκριση της Μητέρας ή εν ανάγκη του Πατέρα' και αυτό πρέπει να καταστεί σαφές στους προς εξημέρωση βαρβάρους. Κάθε τι που παρέχεται κρυφίως από αυτούς τους τρίτους, πρέπει να συνεπιφέρει άμεσες ποινές τόσο προς αυτούς όσο και προς τον αποδέκτη. 
Περιττό είναι νομίζω να ειπωθεί, ότι όλες αυτές οι διαδικασίες πρέπει να γίνονται με απολύτως ψυχρή ηρεμία. Είναι τελείως απαγορευμένη η ύψωση της φωνής πέρα από το όριο στο οποίο γίνεται ακουστή. Είναι απολύτως απαγορευμένη η παραμικρή ένδειξη έντασης ή θυμού από την πλευρά του Γονέα. Επίσης κάθε εκδήλωση έντασης ή θυμού από την πλευρά των παιδιών πρέπει να συνεπιφέρει την άμεση κώφωση του Γονέα, έως ότου η φωνή των εξεγερμένων αγρίων επανέλθει στα αποδεκτά επίπεδα. 
Στην περίπτωση που υπάρξουν τραυματισμοί ή ασθένειες που συνεπιφέρουν πόνο, θα πρέπει να υπάρχει αμέριστη προσοχή και βοήθεια, αλλά να γίνει και κατανοητό ότι δεν μπορούν να έχουν αυτή την προσοχή και τη βοήθεια προκαλώντας τα ίδια τον τραυματισμό ή τον πόνο. Και ότι αντίθετα μια τέτοια πρακτική οδηγεί στο αντίθετο αποτέλεσμα, ήτοι την άρση της προσοχής και της βοήθειας. Φυσικά αυτό θα είναι επιφανειακό και επίπλαστο αλλά το μήνυμα θα περάσει εφ' όσον η στάση είναι σθεναρή' και δεν θα χρειασθεί να χρησιμοποιηθεί ξανά αυτή η μέθοδος μετά από δύο ή τρεις εφαρμογές της. 
Γενικά τα παιδιά πρέπει να αντιληφθούν ότι η αγάπη και η προσοχή των Γονέων είναι δεδομένη και αυθύπαρκτη, αλλά η Έκφραση αυτής της αγάπης και της προσοχής μπορεί να εξαφανιστεί κάθε στιγμή εφ' όσον επιχειρηθεί η εκβιαστική υφαρπαγή τους. 
Δυο λόγια για τον Πόνο. Είναι ένας φυσικός αμυντικός μηχανισμός που έχει αναπτυχθεί φυσικώ τω τρόπω επί εκατομμύρια χρόνια, ως προειδοποίηση ότι κάτι δεν πάει καλά. Αυτή η αντίληψη, πρέπει να γίνει καλά κατανοητή από τα ζωάκια που πρόκειται να εξελιχθούν σε ανθρώπους. Οφείλουν να μάθουν ότι δεν είναι κάτι τρομακτικό ή εκφοβιστικό, αλλά και σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να αγνοείται ή να παραβλέπεται. 
Και επίσης ότι μπορεί να προκληθεί κάθε στιγμή, ως έσχατη Τιμωρία. Πάντοτε με ηρεμία και πάντοτε σε σαφή και κατανοητή σύνδεση με το γεγονός που την προκαλεί, η σωματική ποινή είναι έσχατο μέσο πρόκλησης της προσοχής του παιδιού στους κινδύνους της παραβατικότητας, αλλά πρέπει να χρησιμοποιήται με εκείνη την σπανιότητα που θα καθιστά σαφές το μήνυμά της. Καλό είναι να αποφεύγεται η χρήση της από την Μητέρα και να καλείται ο Πατέρας να επιτελέσει αυτό το σκληρό αλλά αναγκαίο καθήκον. 

Μέρος Γ' – Η Πρώϊμη Εκπαίδευση: 
Εάν κατά τα τρία πρώτα χρόνια της ζωής των παιδιών τηρηθούν τα παραπάνω, το νοητικό τους σύστημα θα έχει γίνει αρκετά προσληπτικό ώστε να αρχίσει η εκπαίδευσή τους. Τα παιδιά πρέπει να ενθαρρύνονται να κάνουν ερωτήσεις. Οι Γονείς οφείλουν να δίνουν απαντήσεις. Εάν κάτι δεν το γνωρίζουν, πρέπει να παραδέχονται άμεσα και ειλικρινά αυτή την αδυναμία και να αναζητούν τις απαντήσεις ώστε να τις παράσχουν. Τα παιδιά δεν πρέπει να σχηματίσουν την εντύπωση ότι οι Γονείς είναι παντογνώστες, αλλά να τους δημιουργηθεί η αίσθηση ότι κάθε ερώτημα μπορεί να πάρει απάντηση, εφ' όσον κατ' αρχήν τεθεί και κατά δεύτερο υπάρχει η θέληση να διερευνηθεί. Επίσης, ότι δεν υπάρχουν ερωτήματα απαγορευμένα, ούτε ότι κάποιου ερωτήματος η απάντηση πρέπει να αναβληθεί “μέχρις ότου ωριμάσουν για να καταλάβουν”. 
Με τη λήξη των τριών πρώτων ετών και την είσοδο στα τέσσερα, είναι δυνατό να αρχίσουν να εισάγονται τα πρώτα στοιχεία Ανάγνωσης. Παράλληλα οι Γονείς μπορούν να αρχίζουν να φέρνουν τα παιδιά σε επαφή με την Λογοτεχνία και την Ιστορία μέσω των παραμυθιών. Καλό είναι να αποφεύγονται τα αποστειρωμένα από φαντασία και φορτισμένα με “πολιτική ορθότητα” σύγχρονα κρυόμπλαστρα κατασκευάσματα. Υπάρχει ο Άντερσεν, υπάρχουν οι Γκριμ, υπάρχουν οι συλλογές ελληνικών παραμυθιών και μύθων. Και αρκούν και υπερέχουν ως παιδευτικά βοηθήματα για την ανάπτυξη της περιέργειας και της αντίληψης των παιδιών. 
Η ανάγνωση αυτών των παραμυθιών από τους γονείς πρέπει να έχει αρχίσει από την είσοδο του παιδιού στα δύο του χρόνια, ώστε να του μεταδίδεται η αίσθηση της ευκρινούς, καθαρής άρθρωσης και των συναισθημάτων που μπορεί να μεταφέρει η φωνή με τον κατάλληλο τονισμό. 
Ένα σημείο που χρειάζεται προσοχή, είναι η αποφυγή της μετάδοσης στα παιδιά των προσωπικών ιδεοληψιών των Γονέων. Κάθε εισαγωγή Ιδεών πρέπει να γίνεται έτσι που να θέτει ερωτήματα ως προς την πραγματικότητα και την ορθότητά τους και όχι ως δεδομένη Αλήθεια. Και πρέπει να γίνεται με απλότητα και σαφήνεια. Τα Βρέφη και τα Νήπια, είναι φυσικοί αμφισβητίες και ερευνητές. Αυτή τους η ιδιότητα, πρέπει να καλλιεργηθεί και όχι να αμβλυνθεί όπως γίνεται συνήθως. 
Μετά τα τέσσερα, μπορεί να αρχίσει η σταδιακή διδασκαλία της Γραφής. Σε αυτή την ηλικία, η αίσθηση της έννοιας του Συμβολισμού αποτελεί φυσική αντίληψη. Οι σχολικές μέθοδοι διδασκαλίας, επιδιώκοντας το ταχύτερο και πλέον δεσμευτικό αποτέλεσμα, την αμβλύνουν έως σημείου εξαφάνισης διδάσκοντας τα Σύμβολα ως μοναδικές εκφράσεις της Πραγματικότητας, έτσι που επανεμφανίζεται ως διανοητική πλέον προσέγγιση μετά την ενηλικίωση. Εάν το Νήπιο μάθει να εκμεταλλεύεται την φυσική του αντίληψη πριν την παρέμβαση του σχολείου, έχει αρκετές πιθανότητες να την εξελίξει σε όλα αυτά τα χρόνια αντί να υποχρεωθεί να την ανακαλύψει από την αρχή. 
Η ηλικία των τεσσάρων ετών, είναι επίσης η καλύτερη για μια πρώτη επαφή με το Σκάκι. Έτσι το παιδί εισάγεται – παράλληλα με την ανάπτυξη της φαντασίας – στις έννοιες της Λογικής και της αλληλουχίας των γεγονότων. Έχοντας λοιπόν μάθει ως τα πέντε του να διαβάζει, θα μπορεί να έχει και την αντίληψη αυτών που διαβάζει, καθώς και μια πρώτη αίσθηση της Ανάλυσης και της Σύνθεσης. 
Σε όλο αυτό διάστημα, πρέπει να ενθαρρύνεται να αναπτύξει την κοινωνικότητα του. Ο φόβος του Αγνώστου είναι φυσικός και αποτελεί μηχανισμό προφύλαξης εμπεδωμένο στο υποσυνείδητο από την τροφοσυλλεκτική ακόμη περίοδο της Ιστορίας μας. Το παιδί πρέπει να έρχεται σε επαφή με άλλα όμοιά του, μικρότερα και μεγαλύτερα – αμφοτέρων των φύλλων – έτσι ώστε να μάθει να χρησιμοποιεί επωφελώς για το ίδιο τον φόβο, αντί να άγεται από αυτόν. 
Με την είσοδο στα πέντε χρόνια τα νήπια μπορούν να αρχίσουν μαθήματα πολεμικών τεχνών. Καλό είναι να αποφεύγονται σε αυτή την φάση τύποι σχολών που τονίζουν την επιθετικότητα και αναλίσκουν την ενεργητικότητα σε ξεφωνητά, όπως το καράτε και το τεκβοντό. Προτιμότερες είναι μέθοδοι όπως το τζούντο, που συνδυάζουν την ανάπτυξη της επιδεξιότητας του σώματος με εκείνην του νου. 
Η είσοδος στο σχολείο, είναι συνήθως τραυματική εμπειρία για τα παιδιά. Έχουν να αντιμετωπίσουν άγνωστο περιβάλλον, μορφές εξουσίας τρίτων ανθρώπων και την φυσική αμυντική επιθετικότητα των άλλων παιδιών. Όλη η προηγούμενη εκπαίδευση που περιγράφεται παραπάνω, είναι σε θέση να τους παράσχει τους φυσικούς και διανοητικούς μηχανισμούς, ώστε να προσαρμοσθούν ταχύτερα και αποτελεσματικότερα. 
Θα πρέπει να τους έχουν εξηγηθεί κάποια πράγματα εκ των προτέρων' και να συνεχίσουν να τους εξηγούνται κατανοητά, με υπομονή και επιμονή, όταν θα αρχίσουν να αντιμετωπίζουν της προκλήσεις αυτής της πρώτης εξόδου στη ζούγκλα. 
Πρέπει να τους καλλιεργείται η αυτοπεποίθηση και να τους καταδεικνύονται οι παγίδες και το αδιέξοδο της αυτοεπιβεβαίωσης. Πρέπει να τους καταστεί σαφές, ότι ούτε τα ίδια κατέχουν κάποια ανωτερότητα από καταγωγή, εφόδια που έχουν λάβει ή φυσικά προσόντα, αλλά και ότι η διεκδίκηση κάποιας τέτοιας ανωτερότητας είτε από τα ίδια είτε από άλλα παιδιά μάλλον γελοιότητα αποτελεί παρά επιδιωκόμενο επίτευγμα. Πρέπει να τους αποδεικνύεται ημέρα προς ημέρα, ότι τα επιτεύγματα, η αναγνώριση και η επιτυχία έρχονται ως αποτέλεσμα προσπάθειας και ότι ούτε εκ των προτέρων είναι δεδομένα ούτε τους τα χρωστά κανείς για να τους παρασχεθούν ακόπως. Πρέπει να αντιληφθούν ότι η απόπειρα επιβολής τους πάνω στην κοινότητα στην οποία εισήλθαν, μάλλον θα τους κοστίσει την απώλεια της συμπάθειας και της φιλίας των μελών της, αλλά και ότι σε καμιά περίπτωση δεν επιτρέπεται να ανεχθούν την επιβολή άλλων μελών της επάνω τους. Ότι η υποταγή και η δούλωση σε άλλους, είναι εξίσου ζημιογόνα όσο και η υποταγή και η δούλωση άλλων στα ίδια. 
Και φυσικά, κάποια στιγμή θα προκύψει και το μέγα ερώτημα της Ηγεσίας. Τούτο το σημείο, είναι που σηματοδοτεί την έξοδο από την Νηπιακή ηλικία και την είσοδο στην Παιδική. Εκεί δηλαδή όπου γίνεται αντιληπτή πλέον η επιβολή, όχι μόνον ως αμυντικός μηχανισμός αλλά και ως συνειδητή κοινωνική λειτουργία. 
Ως το σημείο αυτό, ο Πατέρας έχει εισαχθεί ολίγον κατ' ολίγον στη ζωή των παιδιών, κρατώντας πάντοτε απόσταση αλλά έχοντας κερδίσει την εμπιστοσύνη και την προσοχή τους. Δικό του καθήκον είναι πλέον να τα προφυλάξει από αυτό το τραύμα και να τα προετοιμάσει για τις μελλοντικές προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν. 
Πρέπει να τους γίνει με κάθε τρόπο κατανοητό ότι η Ηγεσία είναι κάτι το παντελώς ανεπιθύμητο για κάθε εχέφρονα άνθρωπο, κάτι ενοχλητικό, κουραστικό, αντιπαθές, ακόμη και επικίνδυνο. 
Κάτι που εκείνοι που το επιδιώκουν, το κάνουν χωρίς να έχουν τη γνώση του τι είναι' αλλιώς θα το απέφευγαν όσο περισσότερο γίνεται. Και για τούτο, όταν την αποκτούν σπάνια είναι κατάλληλοι για να την εξασκήσουν. Αλλά παράλληλα πρέπει να ενημερωθούν ότι ΑΝ τυχόν και τους προκύψει, είναι ανέντιμο να την αρνηθούν. Και να μάθουν ότι δεν συνεπιφέρει την εξουσία επάνω στους συνομηλίκους τους, όπως ίσως θα έχουν πληροφορηθεί από αυτούς ή τους μεγαλυτέρους τους, αλλά την Ευθύνη για αυτούς. 
Τούτο όμως, είναι ένα άλλο μεγάλο θέμα...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου