Τετάρτη 30 Ιουνίου 2010
Τζεσούα, ένας επαναστάτης
Μια από τις πιο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες στην ιστορία είναι σίγουρα ο Ιησούς ο επιλεγόμενος και Ναζωραίος ή Χριστός. Επίσης και μια από τις πιο σημαντικές. Η μετεξέλιξη του εθνικιστικού μεσσιανικού ιμπεριαλισμού των Ιουδαίων στον θρησκευτικό μεσσιανικό ιμπεριαλισμό των Χριστιανών δημιούργησε ένα παγκόσμιο κίνημα που ακόμη και σήμερα συνεχίζει να επηρεάζει τις τύχες της ανθρωπότητας.
Αν εξαιρεθεί από την εξέταση η θρησκευτική ερμηνεία της ζωής και της δράσης του μένουν πολλές εκδοχές που έχουν διατυπωθεί σχετικά και αρκετοί χαρακτηρισμοί που του έχουν αποδοθεί από τους μελετητές της ιστορίας της εποχής. Χαρακτηρισμοί που ξεκινούν από ληστής και τυχοδιώκτης και φτάνουν σε κείνον του κοινωνικού επαναστάτη.
Η αποκατάσταση της αλήθειας είναι παραπάνω από δύσκολη αν ληφθεί υπ’ όψιν η συστηματική παραποίηση των χειρόγραφων μαρτυριών των συγχρόνων του ιστορικών και χρονικογράφων από τους μοναχούς – αντιγραφείς μετά τον 10ο Νέας Χρονολόγησης αιώνα. Κατά τον Κέλσο, που με διαταγή του αυτοκράτορα Ιουλιανού μελέτησε τα απόρρητα αρχεία της αυτοκρατορικής αλληλογραφίας με τους επαρχιακούς διοικητές και αξιωματούχους, η καταγωγή του ήταν ευγενική αλλά η νομική του κατάσταση ήταν εκείνη του δούλου. Πατέρας του ήταν ο Ιούδας από τα Γάμαλα, απόγονος του Δαυίδ, με δικαιώματα στον βασιλικό θρόνο της Ιουδαίας. Είναι γνωστή η σχολαστική τήρηση των οικογενειακών αρχείων από το Ιουδαϊκό ιερατείο.
Ο Ιούδας αυτός, ήταν γόνος μιας μακράς σειράς επαναστατών με τελευταίο τον πατέρα του Εζεκία που το 43 Παλαιάς Χρονολόγησης πέτυχε να απελευθερώσει μια σημαντική περιοχή στην βόρεια Παλαιστίνη, αλλά τελικά τον σταύρωσε ο Ηρώδης. Ο ίδιος ο Ιούδας το 6 π.χ. σε συνεργασία με άλλους επαναστάτες ηγέτες δημιούργησε μία αυτόνομη εβραϊκή κυβέρνηση με έδρα τη Σεπφόριδα, έκοψε νομίσματα με την επιγραφή ΕΒΡΑΪΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ και κυβέρνησε έχοντας δίπλα του ως πνευματικό ηγέτη τον Ζαχαρία, πατέρα του Ιωάννη του αποκαλούμενου Βαπτιστή.
Οι Ρωμαϊκές λεγεώνες έπνιξαν στο αίμα και αυτή την επανάσταση και σταύρωσαν περίπου δύο χιλιάδες εξεγερμένους. Με αυτοκρατορικό νόμο όλοι οι κάτοικοι της Σεπφόριδας έγιναν δούλοι του Ρωμαϊκού κράτους. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονταν η γυναίκα του Ιούδα, η Μαρία και φυσικά ο ίδιος ο Ιησούς. Πρόλαβαν όμως να δραπετεύσουν και να καταφύγουν στην Αίγυπτο.
Για να γίνει το ζήτημα περισσότερο κατανοητό πρέπει να λεχθεί ότι η Γαλιλαία δεν ήταν ο ήσυχος και ειρηνικός τόπος που παρουσιάζουν οι γραφές. Ανάμεσα στο 68 π.χ. και το 6 ν.χ. έγιναν σε αυτήν τριάντα έξη πολύνεκρες και καταστροφικές επαναστάσεις. Η σημαντικότερη υπήρξε η εξέγερση της Απογραφής το 6 ν.χ. που οδήγησε και στη συντριβή της δωδεκάχρονης Εβραϊκής Δημοκρατίας του Ιούδα από τα Γάμαλα.
Τα πολιτικά κόμματα της εποχής, στενά συνδεδεμένα με αντίστοιχες θρησκευτικές αιρέσεις, έπλεκαν αδιάκοπες μηχανορραφίες για την επιβολή τους και δίσταζαν πολύ λίγο μπροστά στη δολοφονία ενός επικύνδινου αντιπάλου. Σπουδαιότερα από αυτά ήσαν οι Φαρισαίοι, αντίπαλοι του σφετεριστή βασιλέα Ηρώδη αλλά ιδιαίτερα συντηρητικοί, οι Σαδουκκαίοι που εκπροσωπούσαν τους κύκλους των Ευγενών και δεν έδιναν ιδιαίτερη σημασία στους θρησκευτικούς τύπους, οι αυστηροί Εσσαίοι που τηρούσαν με ακρίβεια τον μωσαϊκό νόμο αλλά αρνιόνταν να μετάσχουν στις τελετές και μισούσαν την βία και τέλος οι Ζηλωτές που αποσχίσθηκαν από τους προηγούμενους και βρέθηκαν επικεφαλής στις περισσότερες εξεγέρσεις εναντίον των Ρωμαίων.
Οι Ζηλωτές ζούσαν μία κοινοβιακή ζωή, πίστευαν στην κοινοκτημοσύνη των αγαθών και είχαν σαν έδρα τους το Qumran στη Νεκρά Θάλασσα όπου βρέθηκε ένας μεγάλος αριθμός από χειρόγραφα που αποκαλύπτει την ιστορία τους, την προηγμένη γνώση τους και τον μεγάλο υλικό πλούτο που είχαν συγκεντρώσει για να χρηματοδοτούν τις επαναστάσεις τους. Η εξουσία στα πλαίσιά τους ήταν πάντα δυαδική περιλαμβάνοντας έναν πολιτικό αρχηγό από την γενιά του Δαυίδ και έναν πνευματικό ηγέτη από τη γενιά του Ααρών. Εταίρος του Ιούδα από τα Γάμαλα ήταν ο Ζαχαρίας ή ραβίνος Σαδδόκ. Όταν τον διαδέχτηκε ο γιος του Τζεσούα, εταίρος του υπήρξε ο Ιωάννης που εκτελέστηκε από τον Ηρώδη. Για να εκλείψει και ο μύθος περί ανεξικακίας και μη βίας να σημειωθεί ότι δύναμη κρούσης των Ζηλωτών, ήταν οι περίφημοι Σικάριοι, που με το γυριστό μαχαίρι τους σικά ανελάμβαναν να βγάλουν από την κυκλοφορία τους πολιτικούς αντιπάλους που γίνονταν ιδιαίτερα ενοχλητικοί, τους αρνούμενους να πληρώσουν τον βασιλικό φόρο στους ίδιους και τους φίλους που φαίνονταν διστακτικοί στην υλοποίηση της εκάστοτε γραμμής…
Ο Ιησούς λοιπόν ήταν ένας πολιτικός ηγέτης που συνέχιζε την παράδοση των προγόνων του, επικεφαλής του κινήματος εθνικής επανασύστασης και ανεξαρτησίας. Υπάρχει η θεωρία, βασιζόμενη σε κρατικά και ιδιωτικά αρχεία αλληλογραφίας των αξιωματούχων της Ρωμαϊκής διοίκησης αλλά και Ιουδαίων πολιτικών και θρησκευτικών ηγετών, ότι η ίδια η Ρωμαϊκή πολιτική της εποχής είχε εξετάσει την περίπτωση να τον αποκαταστήσει στον θρόνο, καταργώντας τους μικροβασιλείς τετράρχες. Ενδιαφέρονταν για την δημιουργία υπό την νόμιμη ηγεσία του ενός ισχυρού συμμαχικού εβραϊκού κράτους που θα αποτελούσε προμετωπίδα απέναντι στις επιδρομές των Πάρθων οι οποίοι απειλούσαν το ασιατικό τμήμα του Ιμπέριουμ. Φυσικά μια τέτοια προοπτική δεν μπορούσε να γίνει δεκτή από τον Τζεσούα που είχε ανατραφεί με το μεσσιανικό όνειρο της κυριαρχίας του περιούσιου λαού πάνω στον κόσμο, της πρώτης εφαρμογής της ρατσιστικής θεωρίας της Ανώτερης ή Εκλεκτής φυλής, που διατηρείται ακόμη και σήμερα. Η άρνησή του οδήγησε πιθανότατα στην μετέπειτα προδοσία των επιτελών του που βιάζονταν να δουν το εβραϊκό κράτος απεκατεστημένο και δυσαρεστήθηκαν από αυτήν.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν από τους χρονικογράφους της εποχής πρέπει να υπήρξαν δύο συλλήψεις του Ιησού, με χρονική απόσταση μερικών μηνών. Τις αιτίες τις βρίσκουμε σε φαινόμενα που έχουν το ανάλογό τους και σήμερα: Οι πόροι του κόμματος των Ζηλωτών προέρχονταν από δύο πηγές. Τις εισφορές των μελών και την βίαιη είσπραξη διάφορων ποσών από τους εύπορους κατοίκους της χώρας. Αυτά τα ποσά θεωρούντο ο νόμιμος φόρος που θα έπρεπε να καταβάλλεται στον πραγματικό βασιλέα και όχι στον σφετεριστή Ηρώδη και τους επικυρίαρχους Ρωμαίους. Αυτόν τον χαρακτήρα είχε και η επίθεση στον Ναό που ακολούθησε την θριαμβευτική είσοδο του Τζεσούα στην Ιερουσαλήμ. Η είσοδος αυτή δεν έγινε την περίοδο του Πάσχα, αλλά έξη μήνες νωρίτερα στη γιορτή της Σκηνοπηγίας.
Μετά την επιδρομή στον Ναό, η οποία του στοίχησε τις συμπάθειες των κατοίκων της πόλης που αρχικά τον είχαν υποδεχθεί σαν απελευθερωτή και νόμιμο διάδοχο του οίκου του Δαυίδ, ο Ιησούς παρέμεινε κρυμμένος πότε στην Ιερουσαλήμ και πότε σε σπηλιές έξω από αυτήν. Έξη περίπου βδομάδες πριν το Πάσχα και ύστερα από προδοσία του μέλους του επιτελείου του Ιούδα Ισκαριώτη, πιάστηκε στο κτήμα Ιεραχμιήλ από μια δύναμη εξακοσίων περίπου Ρωμαίων στρατιωτών, ενισχυμένων από την φρουρά του Ναού και διοικουμένων από έναν χιλίαρχο. Συνελήφθη, δικάστηκε με όλους τους τύπους που απαιτούσε ο Ρωμαϊκός νόμος και καταδικάστηκε σε σταυρικό θάνατο. (Ένας ακόμη μύθος σχετικά είναι και το ότι ο σταυρός ήταν σημείο καταισχύνης που καθαγιάστηκε από την σταύρωση του Ιησού. Στην πραγματικότητα ήταν αρχαιότατο ιερό σύμβολο θεωρούμενο ότι παρείχε ισχυρή προστασία απέναντι στο Κακό. Για τούτο ακριβώς η ποινή της σταύρωσης επεφυλάσσετο για τους χειρότερους εγκληματίες, ώστε να εξορκιστεί πάνω στον σταυρό η κακότητά τους).
Χάρις όμως στην παρέμβαση των ισχυρών φίλων του και την ενδεχόμενη δωροδοκία του τοπικού διοικητού Πόντιου Πιλάτου δ ε ν εκτελέστηκε. Η σταύρωσή του διατάχθηκε να γίνει στον λόφο Γολγοθά, αντί για το σύνηθες πεδίο εκτελέσεων που ήταν στο όρος των Ελαιών. Η μικρή φρουρά που τον μετέφερε δέχτηκε την επίθεση Ζηλωτών με επικεφαλής τον γνωστό Σίμωνα τον Κυρηναίο που κατά τα ευαγγέλια μετέφερε τον σταυρό του Ιησού. Και πράγματι τον μετέφερε, αφού στη διάρκεια της επίθεσης πιάστηκε και στη συνέχεια εκτελέστηκε στη θέση του δραπέτη. (‘Άλλος ένας μύθος είναι η κλασσική εικόνα με τον κουρελιασμένο Ιησού να σέρνει έναν τεράστιο σταυρό. Στην πραγματικότητα οι κατάδικοι υποχρεώνονταν να μεταφέρουν το οριζόντιο δοκάρι, ενώ το κάθετο ήταν εκ των προτέρων τοποθετημένο στον τόπο της εκτέλεσης). Το γεγονός της αντικατάστασης του Ιησού αναφέρεται από τον Κέλσο αλλά και στην παράδοση της αίρεσης των Γνωστικών που καταδιώχθηκαν και εξοντώθηκαν από τους ορθόδοξους Βυζαντινούς.
Προκειμένου να δεχθεί ο Πιλάτος να διευκολύνει την απόδραση του Ιησού είχε απαιτήσει και πάρει τη διαβεβαίωσή του ότι θα σταματήσει την επαναστατική του δράση. Ο τελευταίος όμως αμέσως μετά την απελευθέρωσή του κατέφυγε στη Σαμάρεια όπου ξεσήκωσε τον λαό σε εξέγερση. Η εξέγερση κετεστάλει από τον Ρωμαϊκό στρατό και ο Ιησούς πιάστηκε στην πόλη Λύδδα από τους Σαδδουκαίους και παραδόθηκε στον Πιλάτο. Για την εξέγερση στη Σαμάρεια και τον ρόλο του Ιησού μιλά ο φαρισαίος και φιλορωμαίος ιστορικός Φλάβιος Ιωσήφ. Μετά τη δεύτερη σύλληψή του ο Ιησούς στάλθηκε για αναγνώριση στο Σανχερδίν, το συμβούλιο των Εβραίων αρχιερέων, καθώς και στον Ηρώδη Αντύπα, τετράρχη της Γαλιλαίας. Κατόπιν οδηγήθηκε στο όρος των Ελαιών για εκτέλεση.
Στο ζήτημα της ταφής και της ανάστασης του Ιησού, τα χριστιανικά κείμενα είναι ολότελα εκτός πλαισίου των γνωστών στοιχείων για την ιστορική περίοδο. Σύμφωνα με τους ρωμαϊκούς νόμους ήταν αδύνατον να θάφτηκε ένας καταδικασμένος σε θάνατο σε κανονικό τάφο. Το πτώμα του πρέπει να πετάχτηκε στον λεγόμενο βουρκόλακκο (Fossa Infamia) όπου κατέληγαν όλα τα σώματα των εκτελεσμένων. Για το ζήτημα της ανάστασης προτείνονται πολλές εκδοχές. Μία από αυτές είναι ότι το περίφημο σφουγγάρι με το οποίο δρόσισαν τον Ιησού ήταν βουτηγμένο σε ένα ισχυρό ναρκωτικό που του προκάλεσε νεκροφάνεια. Στην συνέχεια οι Ζηλωτές ανέσυραν το σώμα του από τον βουρκόλακκο και δίνοντάς του το αντίδοτο τον «ανέστησαν». Κατά άλλη εκδοχή ο Ιησούς πέθανε πραγματικά, αλλά οι οπαδοί του χρησιμοποίησαν τον δίδυμο αδελφό του για να δημιουργήσουν τον μύθο της ανάστασης. Τέλος υπάρχει η άποψη ότι αρχικά δεν είχε μπει καθόλου θέμα ανάστασης μετά την κλοπή του πτώματος του Ιησού, αλλά η υπόθεση αυτή μπήκε σε κυκλοφορία από τους μεταγενέστερους χριστιανούς όπως ο Παύλος που ζητούσαν αντικείμενα προπαγάνδας.
Η τελευταία αυτή άποψη ενισχύεται από το γεγονός ότι ο αυτοκράτορας Ιουλιανός διέταξε την καύση των λειψάνων «εκείνου που οι Εβραίοι λατρεύουν σαν θεό που ισχυρίζονται ότι αναστήθηκε». Μετά την δολοφονία του Ιουλιανού διαδόθηκε από τους κυρίαρχους πλέον χριστιανούς ότι τα λείψανα που κάηκαν ανήκαν στον Ιωάννη τον Βαπτιστή. Ποτέ όμως δεν ισχυρίστηκε κανείς ότι ο Ιωάννης αναστήθηκε. Τα λείψανα αυτά κατά πάσα πιθανότητα ανήκαν όντως στον Ιησού και είχαν φυλαχθεί από τους οπαδούς του.
Το επαναστατικό κίνημα δεν έκλεισε στην Ιουδαία και την ευρύτερη Παλαιστίνη με τον θάνατο του Ιησού. Μέχρι το 135 ν.χ. οι Ζηλωτές δημιουργούσαν εξεγέρσεις και επαναστάσεις. Πολύ συχνά έρχονταν και σε σύγκρουση με κείνους τους οπαδούς του Τζεσούα που δεν ήθελαν να βλέπουν σε αυτόν τον εθνικιστή ηγέτη αλλά την προσωποποίηση του θεού. Κι όμως αυτοί οι τελευταίοι κέρδισαν το παιγνίδι μέσα από τις αμφισβητισιακές ανάγκες της εποχής και αργότερα τις ανάγκες της αυτοκρατορικής πολιτικής. Από τότε και μέχρι σήμερα αποτελούν έναν από τους χειρότερους δυνάστες της ανθρωπότητας και ένα από τα κυριότερα στηρίγματα της κάθε εξουσίας.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου